Wednesday, May 11, 2005
ξυπνήματα
Ο σκύλος βγήκε για το ελβετικά προγραμματισμένο πιπί, επιτέλους βάζω καφέ σε τεράστια τζάιαντ ζεμπρέ κούπα (μαθαίνω λέει, οτι είναι κάλτ το ζεμπρέ ακόμα, ζγουάου) και βουτάω στο γραφείο με όρεξη σαλίγκαρου σε απεργία.
Πρώτη αγαπημένη κίνηση, να ξεπουπουλιάσω το μικρό ταμπλ ημερολογιάκι με το ποιηματάκι κρυμμένο πίσω απο κάθε σελιδίτσα.
Η Τρίτη 10 του μήνα κρύβει και πάλι ένα μικρό έθνικ αριστούργημα.
"Όπως το Μάρτη τα βουνά
ασπρίζουν απο τα χιόνια,
έτσι ασπρίζουν τα μαλλιά
της νύφης απο τα χρόνια".
Παίρνω με τη μία την Μ. τηλέφωνο να της το απαγγείλω με στόμφο. Την τσιτώνω σε δύο δεύτερα. Νέο ρεκόρ. Την προηγούμενη φορά χτύπησα κόκκινο σε έξι.
Έκλεισε προ μηνός τα 30 και έκτοτε είναι λίγο περισσότερο ευάλωτη, πιο ντελικάτ...
Μου εξιστορεί (σε κατάσταση ψιλοπανικού) πως γνώρισε κάποιον, πιτσιρικάς ετών 26, μισός Ιταλός, κούκλος και πνευματώδης (αλλά κούκλος, εκεί δόθηκε η έμφαση, αυτό μας πονάει). Βγήκαν έξω δυο φορές. Ήπιαν απο ένα μπουκάλι κρασί (ή τζιν, δεν έχει σημασία) και μιλούσαν λέει επί οκτώ ώρες σερί. Μέχρις ότου οι γλώσσες τους γίναν μπλε απο το χτύπημα και κύλησε το ρίμελ απο το τσίτωμα.
Μούρλια.
"Ερωτευμένη;", ρωτάω ανυπόμονα.
"Δεν έπληττα μέχρι θανάτου", απαντάει η ψηλή πριγκίπισσα.
Της λέω οτι έχω να την ακούσω να τρελαίνεται για αρσενικό, να δίνει ρέστα, να μπριζώνει και να τρέχει σαν τη Λόλα πάνω κάτω και να χτυπιέται σαν το χταπόδι, σχεδόν χρόνο και βάλε.
"Τριαντάρησα", μου λέει κι αναστενάζει.
Τρομοκρατημένη της κλείνω άμεσα ραντεβού για το βράδυ. Δε θα αφήσω εγώ κανέναν να αφεθεί έτσι άγαρμπα, χωρίς στιλ βρε αδερφέ, χωρίς προειδοποίηση, χωρίς λόγο. Θα γίνω Ιωάννα της Λωρέννης και θα την κυνηγήσω μέχρι να την επαναφέρω.
"Το πραγματικό πάρτι γλυκό μου αρχίζει στα τριάντα, το λέει και η Μιχελάκου", της θυμίζω ουρλιάζοντας, "σύνελθε, βάλε κι άλλο καφέ".
Με παίρνει τηλέφωνο η Α. και με αποτελιώνει, πριν καν η στάθμη του καφέ στην κούπα φτάσει έστω στη μέση, επί ένα τρίλεπτο μίνιμουμ με ξεχέζει που την έστησα πριν μια βδομάδα μισή ώρα στο ραντεβού.
Μα το λέει και ο Γουάιλντ, γλυκιά μου. Το απόλυτο χάσιμο χρόνου, σωστή κλεψιά, είναι το να φτάσεις στην ώρα σου σε ένα ραντεβού. Σχεδόν ανήθικο. Ποιά είμαι εγώ να εναντιωθώ στον Δάσκαλο;
Μου λέει ναζιάρικα "σ΄αγαπάω" και μου σκάει πεταχτό ρουφηχτό φιλί, μετανιώνει.
Την ρωτάω αν είναι αστικός θρύλος το «σ' αγαπάω», όπως και οι κροκόδειλοι στους υπονόμους της Νέας Υόρκης.
Με ρωτάει η σαδίστρια, αν ήξερα πως ο μανταρίνος μου είναι στις Καβουρότρυπες, γυμνός και κρυώνει μέχρι θανάτου, μόνος, και είχα μόνο 5 ευρώ στην τσέπη, ενώ το ρολόι έδειχνε 2 τη νύχτα, τι θα έκανα;
Της είπα, πως θα φούλαρα τη βέσπα και θα έφευγα για Καβουρότρυπες με ζεστά πουλόβερ και κουβέρτες κι αν χρειαζόταν, που θα χρειαζόταν, θα έσβηνα τη μηχανή στις κατηφόρες να με βγάλει η βενζίνη. Αν τα έβρισκα σκούρα σε καμιά ερημιά, ακόμα και την τροχαία θα έπαιρνα. Και θα δήλωνα ατύχημα για να έρθουν γρήγορα οι μπάσταρδοι.
Με ρωτάει τι θα έκανα αν δεν είχα καν τα 5 ευρώ.
Της λέω πως θα έτρεχα σαν τη Λόλα με το κόκκινο μαλλί μέχρι να γίνει πράσινο, έως ότου βρω λύση (μέσα σε πιθανότατα δεκαπέντε λεπτά). Και θα έβρισκα.
Με ρωτάει αν θα το έκανα κι αν ακόμα ήξερα πως δεν είναι μόνος.
Θα κόμπιαζα. Αλλά θα το έκανα.
Με ρωτάει αν θα τον άφηνα να φύγει αν πραγματικά αυτό και μόνο είχε ανάγκη. Κουνάω το κεφάλι καταφατικά μετά απο λίγο. Αλλά θυμώνω. Αυτός που σκέφτηκε τους κανόνες είναι άδικος, μισάνθρωπος, ένας μικρός σαδιστής.
Συμπέρασμα, μου λέει, "οι κροκόδειλοι στους υπονόμους της Νέας Υόρκης υπάρχουν". Χωρίς όρους, προσθέτω.
Χρειάζομαι μια μπόσσα, να με σώσει, πως κατήντησα έτσι, εγώ, η Ιωάννα;
Μπαίνω με ταχύτητα Κονκόρντ στο μπλογκ του vague και βρίσκω θησαυρό. Gilberto. "Quiet nights of quiet stars".
Saved.
Θα ξαναπάρω την Μ. να την ξανατσιτώσω.
σμουτς
Πρώτη αγαπημένη κίνηση, να ξεπουπουλιάσω το μικρό ταμπλ ημερολογιάκι με το ποιηματάκι κρυμμένο πίσω απο κάθε σελιδίτσα.
Η Τρίτη 10 του μήνα κρύβει και πάλι ένα μικρό έθνικ αριστούργημα.
"Όπως το Μάρτη τα βουνά
ασπρίζουν απο τα χιόνια,
έτσι ασπρίζουν τα μαλλιά
της νύφης απο τα χρόνια".
Παίρνω με τη μία την Μ. τηλέφωνο να της το απαγγείλω με στόμφο. Την τσιτώνω σε δύο δεύτερα. Νέο ρεκόρ. Την προηγούμενη φορά χτύπησα κόκκινο σε έξι.
Έκλεισε προ μηνός τα 30 και έκτοτε είναι λίγο περισσότερο ευάλωτη, πιο ντελικάτ...
Μου εξιστορεί (σε κατάσταση ψιλοπανικού) πως γνώρισε κάποιον, πιτσιρικάς ετών 26, μισός Ιταλός, κούκλος και πνευματώδης (αλλά κούκλος, εκεί δόθηκε η έμφαση, αυτό μας πονάει). Βγήκαν έξω δυο φορές. Ήπιαν απο ένα μπουκάλι κρασί (ή τζιν, δεν έχει σημασία) και μιλούσαν λέει επί οκτώ ώρες σερί. Μέχρις ότου οι γλώσσες τους γίναν μπλε απο το χτύπημα και κύλησε το ρίμελ απο το τσίτωμα.
Μούρλια.
"Ερωτευμένη;", ρωτάω ανυπόμονα.
"Δεν έπληττα μέχρι θανάτου", απαντάει η ψηλή πριγκίπισσα.
Της λέω οτι έχω να την ακούσω να τρελαίνεται για αρσενικό, να δίνει ρέστα, να μπριζώνει και να τρέχει σαν τη Λόλα πάνω κάτω και να χτυπιέται σαν το χταπόδι, σχεδόν χρόνο και βάλε.
"Τριαντάρησα", μου λέει κι αναστενάζει.
Τρομοκρατημένη της κλείνω άμεσα ραντεβού για το βράδυ. Δε θα αφήσω εγώ κανέναν να αφεθεί έτσι άγαρμπα, χωρίς στιλ βρε αδερφέ, χωρίς προειδοποίηση, χωρίς λόγο. Θα γίνω Ιωάννα της Λωρέννης και θα την κυνηγήσω μέχρι να την επαναφέρω.
"Το πραγματικό πάρτι γλυκό μου αρχίζει στα τριάντα, το λέει και η Μιχελάκου", της θυμίζω ουρλιάζοντας, "σύνελθε, βάλε κι άλλο καφέ".
Με παίρνει τηλέφωνο η Α. και με αποτελιώνει, πριν καν η στάθμη του καφέ στην κούπα φτάσει έστω στη μέση, επί ένα τρίλεπτο μίνιμουμ με ξεχέζει που την έστησα πριν μια βδομάδα μισή ώρα στο ραντεβού.
Μα το λέει και ο Γουάιλντ, γλυκιά μου. Το απόλυτο χάσιμο χρόνου, σωστή κλεψιά, είναι το να φτάσεις στην ώρα σου σε ένα ραντεβού. Σχεδόν ανήθικο. Ποιά είμαι εγώ να εναντιωθώ στον Δάσκαλο;
Μου λέει ναζιάρικα "σ΄αγαπάω" και μου σκάει πεταχτό ρουφηχτό φιλί, μετανιώνει.
Την ρωτάω αν είναι αστικός θρύλος το «σ' αγαπάω», όπως και οι κροκόδειλοι στους υπονόμους της Νέας Υόρκης.
Με ρωτάει η σαδίστρια, αν ήξερα πως ο μανταρίνος μου είναι στις Καβουρότρυπες, γυμνός και κρυώνει μέχρι θανάτου, μόνος, και είχα μόνο 5 ευρώ στην τσέπη, ενώ το ρολόι έδειχνε 2 τη νύχτα, τι θα έκανα;
Της είπα, πως θα φούλαρα τη βέσπα και θα έφευγα για Καβουρότρυπες με ζεστά πουλόβερ και κουβέρτες κι αν χρειαζόταν, που θα χρειαζόταν, θα έσβηνα τη μηχανή στις κατηφόρες να με βγάλει η βενζίνη. Αν τα έβρισκα σκούρα σε καμιά ερημιά, ακόμα και την τροχαία θα έπαιρνα. Και θα δήλωνα ατύχημα για να έρθουν γρήγορα οι μπάσταρδοι.
Με ρωτάει τι θα έκανα αν δεν είχα καν τα 5 ευρώ.
Της λέω πως θα έτρεχα σαν τη Λόλα με το κόκκινο μαλλί μέχρι να γίνει πράσινο, έως ότου βρω λύση (μέσα σε πιθανότατα δεκαπέντε λεπτά). Και θα έβρισκα.
Με ρωτάει αν θα το έκανα κι αν ακόμα ήξερα πως δεν είναι μόνος.
Θα κόμπιαζα. Αλλά θα το έκανα.
Με ρωτάει αν θα τον άφηνα να φύγει αν πραγματικά αυτό και μόνο είχε ανάγκη. Κουνάω το κεφάλι καταφατικά μετά απο λίγο. Αλλά θυμώνω. Αυτός που σκέφτηκε τους κανόνες είναι άδικος, μισάνθρωπος, ένας μικρός σαδιστής.
Συμπέρασμα, μου λέει, "οι κροκόδειλοι στους υπονόμους της Νέας Υόρκης υπάρχουν". Χωρίς όρους, προσθέτω.
Χρειάζομαι μια μπόσσα, να με σώσει, πως κατήντησα έτσι, εγώ, η Ιωάννα;
Μπαίνω με ταχύτητα Κονκόρντ στο μπλογκ του vague και βρίσκω θησαυρό. Gilberto. "Quiet nights of quiet stars".
Saved.
Θα ξαναπάρω την Μ. να την ξανατσιτώσω.
σμουτς
posted by discolata, 10:36:00 am
4 Comments:
Λάθος επιλογή κορίτσι μου. Δε γαμιέται κι ο Gilberto; Βάλε το Beautiful του Moby να ανέβεις και πάμε για ένα γαμημένο καφέ γιατί βγήκα χθες με την Μ. (τη δική μου τη Μ. όχι την ψηλή) και η μεξικάνικη μπύρα ανακατεύτηκε με το σημερινό urban legend σου.
commented by Nassos K., 12:10 pm
Τρελοπίθηκε πρόσεξε πως μιλάς για τον Δάσκαλο Gilberto....άιντε μη χεστούμε μεσημεριάτικα....
σμουτς
σμουτς
ΜΙχελάκου; Του Cosmo?
Μιχελάκου, ναι, (και)της Athens Voice....σοφό παιδί και τούτο...
Site Information ++
Best viewed: Mozilla Firefox. COmpatible with: Netscape, IE5+, Firefox.
No Javascript.