Tuesday, May 31, 2005

ακόμα ένα, αργείς

μου λείπεις.
και το ξέρω οτι σου λείπω κι εγώ.

σου λείπουν τα μαλλιά μου, το ξέρω. κι ας γελάς τώρα πονηρά, εγώ το ξέρω.
παραδέξου το πρίγκιπα.

κάνε κάτι.
μείνε.
σκατά. μείνε.

φιλί στα χείλια, γλωσσίτσα, καληνύχτα

υ.γ. οτι κι αν σου γράφω, στην πραγματικότητα σου λέω "μείνε".
κι οτι κι αν σκέφτομαι, στην πραγματικότητα σκέφτομαι το παραμύθι.


εσύ μόνο ξέρεις τι θέλω.
και το θέλω πάρα πολύ.
όσο στη ζωή μου δεν θέλησα τίποτε άλλοτε.

Saturday, May 28, 2005

άκουσέ με

Θα έμενες, αν σου υποσχόμουν το παραμύθι;
Αυτό το ρίσκο θα το έπαιρνες;

Για ένα γαμημένο «θέλω» γίνονται όλα. (Και σε θέλω τόσο πολύ απόψε, λιώνω.)

φιλί στα χείλια, καληνύχτα και θέλω να κοιμηθώ αγκαλιά σου και να μου σφίγγεις το χέρι στον ύπνο σου, όπως πάντα

υ.γ. poly ή λίγο απόψε, πρίγκιπά μου; πες μου σιγανά, θα ακούσω.

Thursday, May 26, 2005


keno Posted by Hello

περί κροκοδείλων

(Κέρδισες. Θέλω να ζήσω τόσα μαζί σου, να μοιραστώ τόσα, να μαλώσω μαζί σου, να κοιμάμαι μαζί σου, να γίνω όλα όσα κοροιδεύω μαζί σου, να δω πόλεις μαζί σου και θάλασσες και βουνά που πάντα μισούσα και τώρα λάτρεψα μέσα σε μήνες, αλλά κέρδισες, το δικό μου θέλω δεν μετράει τελικά.Θέλω να τα σπάσω όλα.)


ΜΕΙΝΕ.
Σκατά.

(«θα έμενες μαζί μου, αν ήμουν εγώ, ΕΓΩ;κανένας ρόλος, τέρμα οι ρόλοι», έπρεπε να ρωτήσεις. Το μεγάλο τόσο δα βήμα.
Αυτή είναι η μόνη ερώτηση.
«Χωρίς δεύτερη σκέψη καν, ναι».)

Να φύγω, θέλω, δε με χωράει τίποτα.
Να μείνω, δεν έχω που να κρυφτώ. Δεν παίρνω ανάσα.
Αλλά όπου κι αν πάω, θα είσαι εκεί.
Απ’ όσα πας να φύγεις, τα βρίσκεις μπροστά σου. Και σου βγάζουν τη γλώσσα κοροιδευτικά.

Αν με όλο σου το είναι αυτό θέλεις, τότε φύγε. Κάντο.
Εγώ δεν έχω τη δύναμη ούτε να κουνηθώ. Μαρμάρωσα.
Aυτή τη φορά είμαι πεισματάρα. Και αυθάδης. Και θέλω όλο το παραμύθι.

Μία γαμημένη φορά. Για πρώτη φορά. Εσύ το άλλαξες αυτό. Το ξέρεις; Εσύ μ'έκανες να το θέλω.

(Είσαι παντού.
Μου λείπεις απίστευτα πολύ).

Ξέρεις κάτι;

Μια αλήθεια ακόμα. Αν γυρνούσε ο χρόνος πίσω, πάλι όλα ίδια θα τα έκανα, όλα ίδια θα τα ήθελα, όλα ίδια θα τα ζούσα. Μόνο πάλι, ξανά, άλλη μια φορά. Όλο το σετ.

Παίζει ο Leoni στο Μάμα. Μου στέλνει μήνυμα η Α. "Χάνεις το υπερθέαμα".
Ψιλά γράμματα.

Βάζω μια αβάνα με κόλα, γειά μας.
Ακούω τους "hird" σου.
Αλλά ούτε αυτό σε φέρνει πραγματικά εδώ.

Και ειλικρινά δεν ξέρω τι φοβάμαι πιο πολύ. Οτι δεν υπάρχει τρίτος μανταρίνος στον κόσμο να σβήσει τη δικιά σου τροχειά, ή οτι θα με ξεχάσεις.
Θα με ξεχάσεις;
Θα με ξεχάσεις.

Αντέχεις τελικά. Τρίτη νύχτα.

φιλί

υ.γ. POLY ή.... λίγο απόψε;

Wednesday, May 25, 2005

η υπέρβαση δεν είναι ποτέ φθηνή, αλλά...

Θέλω να θέλω να σε δω να πονάς, να κλαις, να μην παίρνεις ανάσα, να με βλέπεις μπροστά σου ανάμεσα στις γραμμές. Να θυμάσαι. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη τιμωρία. Σαδισμός. Να θυμάσαι κάθε στιγμή και να σε τρυπάει σαν βελόνα.
Και θα σε τρώει τότε, μωρό μου όμορφο, η σκέψη, οτι είμαι έρμαιο, οτι θα βρω κάποιον, έναν κανέναν και θα φύγω μαζί του. Και θα το ξέρεις, θα το νιώθεις όπου κι αν είσαι, γιατί πάντα όλα τα ξέρεις, είμαστε ένα μέσα μας, θα με ακούς να βογκάω στον λαιμό του και θα ξέρεις οτι η ανάσα μου είναι πάνω του και θα πιστεύεις οτι δεν σου ανήκω πια.

Αλλά δεν μπορώ.
Σου ανήκω ακόμα.

Elefant shoe.

Μου ζήτησες να σου μιλάω απο δω....
Μ' ακούς;
Είμαι ένα βήμα πριν το αεροπλανάκι με το πανό.

Tuesday, May 24, 2005

Αν σου έλεγα οτι πνίγομαι, οτι δεν παίρνω ανάσα, οτι χάνω το έδαφος, θα ερχόσουν να με σώσεις,
όταν μόνο εσύ μπορείς;

(Die Qual der Wahl. Δικό σου. Όλο. Κάθε γραμμάριο συν στα 21. Το βάρος της επιλογής.)
Posted by Hello

η παράσταση τέλειωσε

Mε το «Love me» του David Bowie. Στο «Επτά» του Μπρέχτ. Και τον «λάγνο» Νάστα να κάνει τζιριτζαντζουλιές στη σκηνή, με κιθάρα και χωρίς, όμορφος άνθρωπος.

Το πιο ερωτικό έργο που είδα ποτέ. Με μια εκπληκτική κοκκινομάλλα πιτσιρίκα στον κεντρικό ρόλο της Άννας, και μια βίρτσουαλ εκδοχή της σε προτζέκτορα πίσω της, με μια Ματσούκα αμακιγιάριστη, αγνώριστη, άκρως ερωτική.

Μια πιτσιρίκα μεγαλώνει και χάνει τον εαυτό της. Διαπράττει τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα, άθελά της και ηθελημένα, ασυνείδητα και συνειδητά μαζί. Κι έρχεται το τέλος, με κάθε στάδιο και πιο πολύ, πιο κοντά. Το κάθε τέλος.
Αλλά αυτό δεν σημαίνει πάντα και μια καινούρια αρχή.
Πιάνεται μαλάκας όποιος το πιστέψει. Θρύλος.
Το τέλος είναι το τέλος είναι το τέλος.

Με εκπληκτική μουσική.
Αλλά ο Bowie με ισοπέδωσε. Κρατάω αυτόν.
Όχι με το κλείσιμο της παράστασης, όχι, παραδόξως μετά, πολύ μετά, ώρες μετά.

Και η πανσέληνος εκπληκτική, ολοστρόγγυλη απο πάνω μου όλη νύχτα. Αυτή φταίει για όλα, φυσικά. Πάντα αυτή. Μόνο αυτή.
Μας κοιτάζει ρε και κοροιδεύει, το έχεις πάρει χαμπάρι;
Σκάει στο γέλιο σαν μισάνθρωπος και σαδιστής.
Βάζει φυτίλια.
Και περιμένει την έκρηξη. Αλλά είναι όμορφη. Μπορείς να μην την κοιτάξεις; Όχι. Αν την κοιτάξεις όμως γίνεται Σειρήνα, τα διαλύει όλα.

«Love me.
Love me.
Love me.
Love me».

Περνάω απο τον φθόνο στην απληστία και μετά στην οργή. Αμαρτάνω.Απο την οργή για λίγο στην λαγνεία και πάλι πίσω.

«Love me.
Love me.
Love me».

Στον Θερμαικό ο προτζέκτορας δείχνει ΝΕΜΟ.
Πιάνω αμορτί το μπλέ ψάρι που πάσχει απο αμνησία να λέει στο μπαμπά-ψάρι: «Μη φεύγεις σε παρακαλώ. Μη με αφήνεις μόνο. Ποτέ μου δεν είδα ψάρι σαν εσένα. Σε ικετεύω μη φεύγεις. Μαζί σου είμαι εγώ αλλιώς. Θυμάμαι μαζί σου. Με κάνεις και θυμάμαι. Δεν μπορείς να με αφήσεις. Τώρα που σε βρήκα. Τώρα όλα είναι αλλιώς, τα άλλαξες εσύ».


(Ότι σε θέλω σαν τρελή, στο είπα χτες; Πρόλαβα; Απόψε;
Όχι;
Στο λέω τώρα).

Tuesday, May 17, 2005

aarnio's bubblechair


swinging in happiness surrounded by bubbles what more could i ever ask other than getting rid of the troubles? tonight too!:-) Posted by Hello

Sunday, May 15, 2005

manolo, the little monster


there was somethin in my shoe, both lovely and annoying, that wouldnt let me calm... Posted by Hello

Saturday, May 14, 2005

αίθουσα αναμονής

κι εγώ περιμένω. και το σιχαίνομαι. αρρωσταίνω. κι όσο περιμένω τόσο χειρότερο γίνεται, τόσο το μυαλό υπερλειτουργεί και οι αισθήσεις μαραίνονται.

όταν έχει ησυχία ακούω καμιά φορά τη μουσική σου και λιγώνομαι, λέω μέσα μου, "δεν είμαι μόνη". αλλά ακόμα και τότε κατά βάθος περιμένω.
αλλά αν με ρωτήσεις, θα σου πω ψέματα, θα αλλάξω θέμα, θα γελάσω με αστεία που δεν άκουσα καν. γιατί περίμενα. κι αν με ρωτήσεις τι περιμένω, θα σε βγάλω τρελό μόνο και μόνο για να μην πω την μία λέξη.

έψαχνα να βρω πάλι την cantamilla απο tranquility bass σε εκείνη την παλιά κασέτα, θυμάσαι;
έχει λιώσει σχεδόν. και δεν έχει ριπίτ η κασέτα, σηκώνομαι ανά πέντε λεπτά και την γυρνάω πάλι πίσω.
και θυμάμαι ακόμα την μέρα που την πήρα και την άκουσα πρώτη φορά. με είχε σώσει.
και τότε. μέρος του σάουντρακ μιας άλλης εποχής. αουσλέντερ τότε. αουσλέντερ και τώρα. εκεί, εδώ.
και θυμάμαι εκείνον τον εξηντάρη μπάρμαν στο αεροδρόμιο στις Βρυξέλλες, που άλλαξα ένα κάρο λεφτά για να πιω έναν καφέ κι αυτόν μες στην αγωνία και τις σκέψεις και πάλι το cantamilla άκουγα στο γουόκμαν. και όταν του ζήτησα να πληρώσω την μικρή περιουσία της αξίας του, μαζί με τα ρέστα τον θυμάμαι που μου ζήτησε να βγάλω τα ακουστικά για λίγο και ψιθύρισε "σπίτι σου είναι εκεί που νιώθεις καλά και μόνο".
τόσα χιλιόμετρα έγραψα, απο άκρη σε άκρη, με το διαβατήριο ανάμεσα στα δόντια σαν τον Φιλέα Φογκ, μου πήρε χρόνια να ψυλλιαστώ, οτι για όλα ευθύνεται η αρχή του κύκλου και μόνο.
το σημείο χ που πάλι εκεί θα βρεθείς τελικά, η τελευταία αίθουσα αναμονής, αλλαγμένος ή και ίδιος, δεν έχει σημασία.
και όταν το αντικρύσεις θα ξέρεις, πως το ταξίδι τελείωσε. φαινομενικά άχρηστο, αλλά σε έκανε αυτό που βλέπεις στον καθρέφτη το πρωί πριν ρίξεις νερό στα μάτια για να ανοίξουν.

Wednesday, May 11, 2005

ξυπνήματα

Ο σκύλος βγήκε για το ελβετικά προγραμματισμένο πιπί, επιτέλους βάζω καφέ σε τεράστια τζάιαντ ζεμπρέ κούπα (μαθαίνω λέει, οτι είναι κάλτ το ζεμπρέ ακόμα, ζγουάου) και βουτάω στο γραφείο με όρεξη σαλίγκαρου σε απεργία.
Πρώτη αγαπημένη κίνηση, να ξεπουπουλιάσω το μικρό ταμπλ ημερολογιάκι με το ποιηματάκι κρυμμένο πίσω απο κάθε σελιδίτσα.

Η Τρίτη 10 του μήνα κρύβει και πάλι ένα μικρό έθνικ αριστούργημα.

"Όπως το Μάρτη τα βουνά
ασπρίζουν απο τα χιόνια,
έτσι ασπρίζουν τα μαλλιά
της νύφης απο τα χρόνια".

Παίρνω με τη μία την Μ. τηλέφωνο να της το απαγγείλω με στόμφο. Την τσιτώνω σε δύο δεύτερα. Νέο ρεκόρ. Την προηγούμενη φορά χτύπησα κόκκινο σε έξι.
Έκλεισε προ μηνός τα 30 και έκτοτε είναι λίγο περισσότερο ευάλωτη, πιο ντελικάτ...

Μου εξιστορεί (σε κατάσταση ψιλοπανικού) πως γνώρισε κάποιον, πιτσιρικάς ετών 26, μισός Ιταλός, κούκλος και πνευματώδης (αλλά κούκλος, εκεί δόθηκε η έμφαση, αυτό μας πονάει). Βγήκαν έξω δυο φορές. Ήπιαν απο ένα μπουκάλι κρασί (ή τζιν, δεν έχει σημασία) και μιλούσαν λέει επί οκτώ ώρες σερί. Μέχρις ότου οι γλώσσες τους γίναν μπλε απο το χτύπημα και κύλησε το ρίμελ απο το τσίτωμα.
Μούρλια.
"Ερωτευμένη;", ρωτάω ανυπόμονα.
"Δεν έπληττα μέχρι θανάτου", απαντάει η ψηλή πριγκίπισσα.

Της λέω οτι έχω να την ακούσω να τρελαίνεται για αρσενικό, να δίνει ρέστα, να μπριζώνει και να τρέχει σαν τη Λόλα πάνω κάτω και να χτυπιέται σαν το χταπόδι, σχεδόν χρόνο και βάλε.

"Τριαντάρησα", μου λέει κι αναστενάζει.
Τρομοκρατημένη της κλείνω άμεσα ραντεβού για το βράδυ. Δε θα αφήσω εγώ κανέναν να αφεθεί έτσι άγαρμπα, χωρίς στιλ βρε αδερφέ, χωρίς προειδοποίηση, χωρίς λόγο. Θα γίνω Ιωάννα της Λωρέννης και θα την κυνηγήσω μέχρι να την επαναφέρω.

"Το πραγματικό πάρτι γλυκό μου αρχίζει στα τριάντα, το λέει και η Μιχελάκου", της θυμίζω ουρλιάζοντας, "σύνελθε, βάλε κι άλλο καφέ".

Με παίρνει τηλέφωνο η Α. και με αποτελιώνει, πριν καν η στάθμη του καφέ στην κούπα φτάσει έστω στη μέση, επί ένα τρίλεπτο μίνιμουμ με ξεχέζει που την έστησα πριν μια βδομάδα μισή ώρα στο ραντεβού.

Μα το λέει και ο Γουάιλντ, γλυκιά μου. Το απόλυτο χάσιμο χρόνου, σωστή κλεψιά, είναι το να φτάσεις στην ώρα σου σε ένα ραντεβού. Σχεδόν ανήθικο. Ποιά είμαι εγώ να εναντιωθώ στον Δάσκαλο;
Μου λέει ναζιάρικα "σ΄αγαπάω" και μου σκάει πεταχτό ρουφηχτό φιλί, μετανιώνει.

Την ρωτάω αν είναι αστικός θρύλος το «σ' αγαπάω», όπως και οι κροκόδειλοι στους υπονόμους της Νέας Υόρκης.

Με ρωτάει η σαδίστρια, αν ήξερα πως ο μανταρίνος μου είναι στις Καβουρότρυπες, γυμνός και κρυώνει μέχρι θανάτου, μόνος, και είχα μόνο 5 ευρώ στην τσέπη, ενώ το ρολόι έδειχνε 2 τη νύχτα, τι θα έκανα;

Της είπα, πως θα φούλαρα τη βέσπα και θα έφευγα για Καβουρότρυπες με ζεστά πουλόβερ και κουβέρτες κι αν χρειαζόταν, που θα χρειαζόταν, θα έσβηνα τη μηχανή στις κατηφόρες να με βγάλει η βενζίνη. Αν τα έβρισκα σκούρα σε καμιά ερημιά, ακόμα και την τροχαία θα έπαιρνα. Και θα δήλωνα ατύχημα για να έρθουν γρήγορα οι μπάσταρδοι.

Με ρωτάει τι θα έκανα αν δεν είχα καν τα 5 ευρώ.
Της λέω πως θα έτρεχα σαν τη Λόλα με το κόκκινο μαλλί μέχρι να γίνει πράσινο, έως ότου βρω λύση (μέσα σε πιθανότατα δεκαπέντε λεπτά). Και θα έβρισκα.

Με ρωτάει αν θα το έκανα κι αν ακόμα ήξερα πως δεν είναι μόνος.
Θα κόμπιαζα. Αλλά θα το έκανα.

Με ρωτάει αν θα τον άφηνα να φύγει αν πραγματικά αυτό και μόνο είχε ανάγκη. Κουνάω το κεφάλι καταφατικά μετά απο λίγο. Αλλά θυμώνω. Αυτός που σκέφτηκε τους κανόνες είναι άδικος, μισάνθρωπος, ένας μικρός σαδιστής.

Συμπέρασμα, μου λέει, "οι κροκόδειλοι στους υπονόμους της Νέας Υόρκης υπάρχουν". Χωρίς όρους, προσθέτω.

Χρειάζομαι μια μπόσσα, να με σώσει, πως κατήντησα έτσι, εγώ, η Ιωάννα;
Μπαίνω με ταχύτητα Κονκόρντ στο μπλογκ του vague και βρίσκω θησαυρό. Gilberto. "Quiet nights of quiet stars".
Saved.
Θα ξαναπάρω την Μ. να την ξανατσιτώσω.
σμουτς

Sunday, May 08, 2005


of course you have missed me babe.admit it Posted by Hello

Saturday, May 07, 2005

η επιστροφή του ασώτου

Δεν άγγιξα υπολογιστή για μέρες.
Πόσες; Δέκα; Δώδεκα;
Τόσο.

Και δεν έχω τύψεις καθόλου.
Να που είδα σήμερα το μπλογκ με τον καφέ στο χέρι όμως, και την ψώνισα. Άδεια σελίδα μου φάνηκε. Παράκαιρη και ανόητη.
Βοηθάει κι ο καιρός. Ρίχνει βροχή με τους γκαζοτενεκέδες πάλι σήμερα, έβγαλε κρύο απο το πουθενά. Απο κει που κοντεύαμε μαγιώ να φορέσουμε στο κέντρο, πάλι ψάχνουμε πρωινιάτικα που χώσαμε τα μπουφάν.
Χουχούλιασε κι ο σκύλος στον καναπέ μες στην κουβέρτα σα να πεσε βαρυχειμωνιά ξανά. Μπερδεύτηκα. Μάη δεν έχουμε;
Πλησιάζει το καλοκαίρι τελικά, αλλά σα χελώνα, αργά αργά και μου τη δίνει.

Σκέφτομαι τις μέρες πίσω μου.
Άναψε τσιγάρο να σου πω. Βάλε και καφέ. Θα βάλω κι εγώ παρέα δεύτερο.

Με το βέσπα κλαμπ στον Χολομώντα, κρύο πολύ, σταλλακτίτες κρέμονταν απο τη μύτη όταν φτάσαμε πάνω. Κονιάκ και ζεστό νες για τους αναβάτες. Συζητήσεις, «που είναι ρε παιδιά το τζάκι; Το μαγαζί θα μας το ανάψει ή θα μείνουμε κόκκαλα;», "πότε θα βγει η βέσπα rally του 1974, την υποσχέθηκε σε remake η Piaggio και αργεί πολύ". Και η δική μου είναι τετράχρονη, «πόσο πάει μια δίχρονη συλλεκτική;», κοριτσάκι ξανθό και τρισχαριτωμένο με τριανταριά υπέροχους γκαγκά μαντράχαλους, 32 βέσπες και μια Transalp. Και «πάμε αγώνα ποιος θα φτάσει πρώτος στο εστιατόριο, είναι 5 χλμ, φύγαμε άτυπα;», και βουρ όλοι κάτω στις στροφές, και φεύγει ο Γ., πάει η βέσπα. Τον έφαγε η δεξιά, το σασί καινούριο απο Δευτέρα, και να'ναι καλά η Colori με τα ωραία προστατευτικά μπουφανάκια, «εγγύηση». Η πιτσιρίκα να βγαίνει τρίτη με την αυτόματη και «γιούχου», ένα αστέρι γεννιέται, φρίκαρε Βαλεντίνο Ρόσσι, όσο θέλεις, τρέμε, αλλά είναι τόσο δα λίγο φοβιτσιάρα ακόμα εδώ που τα λέμε, «τι καύλα όμως η ταχύτητα ρε γαμώτο» και πίσω πάλι και το πρωί στις 8 όρθια, δουλειά.

Και ήρθε η Μεγάλη Εβδομάδα, η πιο μικρή απ' όλες και μου φάνηκε να πέρασε αστραπή.
Εγώ ερωτευμένη, πιο πολύ απο ποτέ. Οικειοθελώς εμπάργκο στις εκδρομές. «Μωρό μου, εδώ θέλω να μείνουμε, μαζί και η πόλη να είναι άδεια. Και να μη δούμε εκκλησία στα μάτια μας φέτος, να τη βγάλουμε με γαριδομακαρονάδες και κινέζικο στον καναπέ αγκαλιά και απαγορευμένα ντιβιντί σαδομαζό». Πέστο κι έγινε. Και συζητήσεις δεκαπέντε ωρών, και σχέδια για το μέλλον. Και γαριδομακαρονάδα στις 3 τα ξημερώματα, το μακαρονάκι λάσπη και η γαρίδα συρρικνωμένη σαν αυτές για δόλωμα. Αλλά εκείνος ευτυχώς είναι ο ωραίος κοιμωμένος και δεν παίρνει χαμπάρι την αποτυχία μου. Και την άλλη μέρα το πρωί ρωτάει «θα με παντρευόσουν αν ήμουν μπουγατσατζής, μωρό μου;» και νάζια εγώ και «χωρίς δεύτερη σκέψη καν, ναι».
Και Περαία για ψαράκι. Χρυσό ψαράκι. Καθότι το κύμμα φλατς φλουτς δίπλα έσκαζε. Βόλτα στην προκυμαία, είναι άραγε βαθειά εδώ; «Θα με σώσεις μανταρίνε αν πέσω; Είναι η τελευταία σου ευκαιρία να με ξεφορτωθείς».
Και αγκαλιές ατελείωτες στον καναπέ ξανά και ξανά, ώρες ολόκληρες με πάλι λάθος ντιβιντί.
Και Ανάσταση. Εμπάργκο ακόμα στην εκκλησία, στο μαύρο ράσο. Αλλά τα βεγγαλικά σκάνε στα αφτιά μου μέσα, ο σκύλος τα κάνει πάνω του απο την τρομάρα και μετά το σφουγγάρισμα, πρέπει να ντυθώ. Περιμένει ο Ν. να πάμε να γίνουμε ζάντες απόψε. Είμαστε ασυνόδευτοι απόψε. Απόψε. Μόνο απόψε. Και το μπαρ είναι απαίσιο. Κωλόμπαρο απο το 80. Με βαρύ ρεπερτόριο και σε τσακίρ κέφι για τρία λεπτά Τιέστο. Ήμαρτον. Της Εύας τα καμώματα πληρώνονται cash ακόμα. Και συνωμοτικά με Ν. φεύγουμε. Μας βρίσκει 5 το πρωί στο Ρέσιντενς, εγώ δεν τον ακούω πια.... «Dont you want me baby? Dont you want me aaaaaa» απο τα ηχεία. «Μ' αγαπάς;», «Σ' αγαπάω ρε βλαμμένο».

Sms του Σ. απο Σύρο, «κρατάω το καινούριο μου iPod και προκαλώ τα πλήθη», μούρλια....

Και κάπως πήγα σπίτι. Μάλλον οδήγησα κιόλας. Το κατάλαβα όταν ξύπνησα.
Αλλά πάλι μόνη.
Το μωρό μου αλλού. Αλλά υπέροχα ήσυχες μέρες, μόνη στην πόλη.

Πόσο εύκολο είναι να είσαι ευτυχισμένος; Πολύ. Παίζει στο ράδιο Fila Brazillia και θα μπορούσα να πάω για αλλαγή πάμπερ σε τρία δεύτερα. Αλλά και την κατρακύλα την παίρνεις, όπως η βέσπα καβατζάρει τα ενενήντα. Piece of cake. Κύκλος όλα. Γύρω γύρω όλοι και ξανά και ξανά.
«Τι υπάρχει ανάμεσά μας;»
«Όλα».
«Εθισμός».
«Και ένα εισιτήριο».

Life in mono.
Δεν έπιασαν τα μαγικά, ούτε ο σεισμός, ούτε η βροχή, ούτε τα kite. Κύκλος, σου λέω, όλα, ξανά και ξανά. Δεν έπιασαν τα «όλα».
Και δεν κλείνει.

Μια φορά στη ζωή μου όλη χτύπησα άνθρωπο και ήταν φίλη. Μια φορά. Ποτέ ξανά. Και χρειαζόταν, ήταν η μόνη λογική αντίδραση στιγμής, η μόνη σωστή.
Αλλά θα μπορούσα και τώρα. Πιο δυνατά απο ποτέ. Άχτι.

Πιο είναι το πιο δυνατό ναρκωτικό έμαθα; Το βίντεο με τις εικόνες μέσα σου, ή το ρημάδι το «όλα», δεν ξέρω.
Θα γίνει τσουνάμι κάπου, το νιώθω, θα γίνει. Η ενέργεια κάπου θα χυθεί. Να φυλαχτούν όλοι.

Obay, babe, obaaaaaaaaaaaaaay πριγκίπισσα του παραμυθιού.

Site Information ++

Best viewed: Mozilla Firefox. COmpatible with: Netscape, IE5+, Firefox.
No Javascript.