Saturday, August 27, 2005


greetings from the north pole Posted by Picasa

Wednesday, August 17, 2005


an mou efxithi esto ke akomi enas "kalo xeimwna" apo tora ke eno forao to iperoxo kenurio mu magio, tha ton stilo stin Antarktiki na kani piruetes... Posted by Picasa

τέλος σεζόν;

Βάζω Jay Jay στο iPod και τον ερωτεύομαι σε δεύτερα μέσα, ξανά και ξανά.
Milano, Paris, Hawaii, Brazil, I searched and I searched again....
Τσιγάρα μέχρι στιγμής, τρία. Δεν κρατιέμαι. Δεν θα το κόψω ποτέ. Θετική σκέψη. Θα το κόψω, κάποτε.
Ανοίγω καινούριο πακέτο, βάζω κι άλλο καφέ.

Μπαίνω στο μέσεντζερ της Γιάχου. Μέσα σε λιγότερο απο ένα λεπτό, ένας παλιός «γνώριμος» μου κάνει μπαζ. Ο Μπιγκ.
Δεν πρόλαβα να τον μπλοκάρω. Δεν πρόλαβα να τον πάρω μυρωδιά και έχει ήδη κατεβάσει το σλιπάκι του, είναι πράγματι μπίγκ. Φορ μί;
«Θα μου τον γλείψεις; Γουστάρεις;», ρωτάει.
«Θα στον τυλίξω πακέτο», απαντάω και παραμερίζοντας και την τελευταία τσίμπλα απο το μάτι μου κλείνω οτιδήποτε σε τεμάχιο παραθύρου έχω ανοιχτό και βγαίνω οφλάιν.

Παίρνει η Α. τηλέφωνο και προσπαθεί να με ψήσει για Αλόννησο και Ικαρία. Μετά απο λίγο, για Κεφαλλονιά.
Η Κ. με ρωτάει πότε θα πάω Μύκονο, η Μ. θέλει Ύδρα. Ο Δ. απο το Βέσπα Κλαμπ μου θυμίζει το ραντεβού στην Κέρκυρα το επόμενο γουικέντ.
Δε θέλω τίποτα.
Γκρινιάρα μέρα.
Μιλάω ανάποδα σε όλους. Άλλη μια φορά και δεν θα θέλει κανένας να με πάρει μαζί του πουθενά. Πάω στοίχημα.
Αλλά δεν μου καίγεται καρφί. Τώρα. Έτσι κι αλλιώς έφαγα τον προυπολογισμό κατά τη διάρκεια μιας «get over it therapy» σε ένα γκρί εξώπλατο φόρεμα και ένα ζευγάρι σανδάλια με παγιέτες χρυσές και σκούρα μωβ κορδόνια. Κριαρίτσι και πολύ μου είναι.
Σιχτίρι.
Το έχω προσέξει. Ο Μπιγκ φταίει. Όποτε τον βλέπω πρωινιάτικα και μου κάνει το μάτι τάλιρο, δεν μου πάει καλά η μέρα.

Η Λ. λέει οτι φταίει το αρνητικό πεδίο ενέργειας στον χώρο μου. Επιμένει να το ψάξω με το Φένγκ Σούι και την χρωματοθεραπεία. «Μήπως έχεις κάκτους μπροστά στο γραφείο σου;», επιμένει...
«Ρε μαλάκα, νεύρα έχω, ποιο Φενγκ Σούι και κακτάκια μωβ και ροζ; Βαλτή είσαι πρωινιάτικα;»

Αποφασίζω μέσα σε τρία λεπτά πως χρειάζομαι κατεπειγόντως απομάκρυνση, ντάρκ τάννινγκ και μαύρη μοναξιά, αλλά κοντά, πολύ κοντά, να προλάβω τον ήλιο πριν χαθεί.

Φεύγω για Μπαξέ.
Ερημιά.
Η θάλασσα παραδόξως καθαρή. Εντάξει, δεν βρήκα την δεύτερη Καραιβική, αλλά το νερό είναι ασύγκριτα καλύτερο απο αυτό της Κυανής Ακτής όπως το θυμάμαι, μές στη μπίχλα και με ασορτί ωστόσο λουόμενους (αν και με μαγιό Ντανιέλ Εστέ και Σανέλ, ανυπερθέτως).

Μια παρέα Ταυλανδέζοι στην άλλη άκρη και τρεις κοπέλες απο την Γεωργία δίπλα μου.
Την ησυχία χαλάει ανά τακτά χρονικά διαστήματα κάποιος μαλάκας με μαύρο Κορόλα ή Σουίφτ, ζάντες αλουμινίου και φιμέ τζάμια και μουσική κλαψιάρικη ελληνική ή Μπιγιονσέ (τίποτε το ενδιάμεσο, το έχω προσέξει) και μια τρελή πενηντάρα παραδίπλα που όλη την ώρα φωνάζει «παιδί, παιδί» στη σερβιτόρα για να της φέρνει μπουκαλάκια νερό με τα οποία καταβρέχει, Τζίζους δηλαδή, το πρόσωπό της.

Παραγγέλω στην ευγενέστατη πιτσιρίκα τσάι λεμόνι και μετά μπιρίτσα και αφήνομαι στο ύψιστο τηγάνι, αλλάζοντας ανά μισή ώρα πλευρά. Όπως τηγάνιζε και η γιαγιά μου τις σαρδέλες.
Δεν είναι άσχημα. Καθόλου άσχημα για μια μέρα που ξεκίνησε με 456 σιχτίρια.

Ακόμα θυμάμαι το μέηλ κίντερ- έκπληξη του κυρίου Κορτώ και γελάω. L’ennui λοιπόν και σκέφτομαι να γυρίσω σπίτι και να γράψω μια ιστορία διασκεδάζοντας τη δική μου διόλου σικ βαρεμάρα και προκαλώντας την εύνοια των Θεών. Αυτή των τριών κοριτσιών απο τη Γεωργία ίσως, ή κάτι τέτοιο. Και μετά θα ονειρεύομαι πως έγινε λέει εν μια νυκτί μπεστ σέλλερ κι εγώ ζάμπλουτη. Α ρε Κορτώ, θα λέω μετά οτι με πήρες στο λαιμό σου επειδή σε λάτρεψα έτσι απλά και τόσο γρήγορα... Όσο κάνει φλατς φλουτς το κύμμα δίπλα, εγώ είμαι το νέο εκδοτικό θαύμα και πάνω απο την κεφαλήν μου που βγάζει καπνούς εντωμεταξύ, σχηματίζονται γλυκές ροζ φουσκίτσες. Όσα μόνο η θάλασσα μπορεί.

Στο νου μου έρχεται η Τζο, η Αυστραλέζα λολή φίλη μου, το δεύτερο μέηλ της κίντερ σε συσκευασία αυγού. Μου έγραψε πως μαζεύει τα μπογαλάκια της και ετοιμάζεται να την κάνει απο τη Μελβούρνη για Νέα Υόρκη.
Για το καλό δε, έχει ήδη ξεσκίσει τον Γκούτσι και τον Μπλάνικ. «Αποχαιρετιστήριο σόπινγκ». Ετοιμάζεται να διαπράξει το αγαπημένο μου αιώνιο και ιερό αμάρτημα. Και της το συγχωρώ εννοείται αυτομάτως. Θα ακολουθήσει την καρδιά της, όπως θα έλεγε η ρομαντική μου πλευρά, το μουνί της, όπως θα έλεγε η πιο προσγειωτική μου.
Τον τύπο τον λένε Ροντ και είναι ένας άσχημος αλλά γλυκούλης νέρντ. Δουλεύει οληνυχτίς και ολημερίς για την Λίνουξ, έχει αραιή τριχοφυία, φοράει ανατομικά καφέ δερμάτινα παπούτσια με ειδικές σόλες και η Τζο αν κρυφτεί πίσω απο την πλάτη του, χάνεται στην αιωνιότητα.
Εκείνη πάλι, και λεφτά έχει και καρακουκλάρα είναι και καπάτσα και ρομαντική και προσγειωμένη, λάμπει μέσα στην τελειότητά της, όπως το παστίτσιο της μάνας μου μέσα στο ταψάκι.
Την ρώτησα αν είναι ερωτευμένη, αν και δεν χρειαζόταν. Πετάει. Εδώ και έξι μήνες, αν και χώρια του, πετάει, τα αφτιά της γελάνε, η σαδίστρια και νευρωτική, insomniac Joe, μιλάει σαν άγγελος και απο τα χειλάκια της στάζει πλέον θυμαρίσιο αγνό μέλι. Όσα μόνο ο έρωτας μπορεί.
Μιλάει για κείνον ασταμάτητα.Η απόσταση απλά μεγιστοποίησε αυτό που ήδη μέσα της ψυλλιαζόταν απο την αρχή. Πως εν ολίγοις, φτιάχτηκε ο ένας για τον άλλον.
Ο τύπος την διεγείρει εγκεφαλικά. Έχει φαντασία, δεν τον βαριέται ποτέ. Κάθε μέρα και μια έκπληξη. Και επίσης, δεν περνάει μπροστά στον καθρέφτη πιο πολύ ώρα απο κείνη. Τον τελευταίο της γκόμενο τον περίμενε μια ζωή να ετοιμαστεί,μέχρις ότου το ρίμελ της κυλούσε στα μάγουλα απο την αναμονή.
Ο Ροντ την κοιτάει στα μάτια. Κι όχι στα σαρκώδη χειλάκια της. Του ρίχνει πέντε πόντους με τα ψηλοτάκουνα, αλλά το βράδυ στην αγκαλιά του ζαρώνει και γίνεται η μικρή Αλίκη. Κι ας μη σκαμπάζει εκείνος γρι για το ολομέταξο Agent Provocateur νυχτικάκι της.
Η μαγκιά έγκειται συνεπώς όχι στο να βρεις τον Τέλειο και να τον αλυσσοδέσεις δίπλα σου για να μείνει αιώνια μαζί σου σαν ισοβίτης, αλλά να βρεις εκείνον του οποίου τα ελαττώματα όχι μόνο δεν στη δίνουν στα νεύρα, αλλά εξαιτίας τους τον λατρεύεις.
Η Τζο ίδρωσε πολύ να βρει κάποιον να «συγχωρέσει» και να αποδεχτεί μια βασική της ιδιότητα που πάει πακέτο με τον υπόλοιπο τέλειο εξοπλισμό της. Ένα τμήμα του εαυτού της που εξαπανέκαθεν ανά τους αιώνες ήτο μειονέκτημα. Και μάλιστα παλαιότερα και εγγύηση για μια επίσκεψη στην πυρά.
Δηλώνει λευκή μάγισσα. Όχι φυσικά ως επάγγελμα, ως ιδιότητα. Όπως εγώ ας πούμε, αρέσκομαι στο να λέω οτι μιλάω Γαλλικά. Κάτι τέτοιο.
Την πρώτη φορά που μου το είχε πει, πάει πολύς καιρός, είχα πεθάνει στο γέλιο.
Αλλά εκείνη παρέμενε σοβαρή, το εννοούσε.
Ήταν και η μαμά και η γιαγιά της. Κάθε γυναίκα πρόγονός της. Και θα είναι και η δική της κόρη κάποτε, λέει. Όλες τους κοκκινομάλλες, ζουμερές και πανέξυπνες Καθολικές Ιρλανδέζες με κρυμμένα κεριά σε κάθε χρώμα, κρυστάλλους και βότανα κάθε είδους στα συρτάρια.
Ο Ροντ όταν του το ξέρασε σε μια κρίση ειλικρίνειας (και μάλιστα μες στο πρώτο τρίμηνο) το βρήκε άκρως διασκεδαστικό.
Τον πρώτο καιρό βέβαια έλεγχε κρυφά και δυο και τρεις φορές το κάθε φλυτζάνι τσάι που του προσέφερε, πριν το πιεί, φύλαγε τα ρούχα του ο άνθρωπος.
Αλλά εντωμεταξύ συνήθισε την ιδέα, εξοικιώθηκε, πέρασε και ο καιρός, είδε οτι δεν συνέβει και τίποτα το περίεργο. Και άρχισε να καραγουστάρει. Τόσο πολύ, που αν τον ρωτήσει κάποιος τί είναι η Τζο, δεν θα απαντήσει «Ιρλανδέζα», αλλά ντε φάκτο «μάγισσα» και θα καμαρώνει σαν γύφτικο σκεπάρνι.

Κι ας τους κοροιδεύει η πικρόχολη κολλητή της, επειδή ντεμέκ είναι αταίριαστοι. Μαλακίες. Μια χαρά είναι τα παιδιά. Καραγουστάρω.
Κι αν μου κάνουν όπως ψυλλιάζομαι και τα εισιτήρια για Νέα Υόρκη να πάω να τους παντρέψω, ακόμα πιο πολύ.

Ανάβω τελευταίο τσιγάρο ξαπλωμένη σαν πασάς στην λευκή απαράδεκτη ξαπλώστρα μου και οι πατούσες μου ακουμπάνε στο νερό, είμαι μες στην αλμύρα, πεθαίνω απο γλύκα.
Η σερβιτόρα μου φέρνει ένα μπουκάλι Κουέρβο χρυσή και δυο ποτηράκια. Έχουμε μείνει μόνες στην παραλία.
«Τέλειωσα για φέτος. Πίνουμε;»
Κλείνει η σεζόν λοιπόν σιγά σιγά. Βγάζει το φουστανάκι της, μένει με το μαγιό, τσιμπάει και μια ξέμπαρκη ξαπλώστρα απο δίπλα και πλακωνόμαστε.

«Ερωτευμένη;», με ρωτάει.
«Απίστευτα πολύ» μουρμουρίζω.
«Κι εγώ και θα έσκαζα αν δεν το λεγα σε κάποιον». Μου μοιάζει. Πιστό αντίγραφό μου.

Μου λέει οτι υπάρχουν κι άλλες ανάμεσά τους.
Αναστενάζω. Είναι μια μικρή Μποβουάρ. «Είναι ελεύθερος να κάνει οτι και όπως θέλει, αρκεί να είμαι εγώ εκείνη δίπλα στην οποία θα κοιμηθεί το βράδυ». Με ρωτάει πως το βρίσκω. Αλλά δεν με πείθει. Δεν πείθει καν τον εαυτό της ακόμη. Γελάω.

«Παύεις τον απαγορευμένο καρπό καταργώντας τον. Το νομίζεις αν και χωρίς να το κομποζάρεις με την αντίστοιχη πειθώ όπως ο Γούντι, ο Σαρτρ, η Μία, η Σιμόν. Σχέσεις δύο κρεβατιών. Αλλά για μένα δεν υπάρχει μεγαλύτερο ψέμα. Κι ας καταλήγεις να το πιστέψεις και η ίδια. Καλές οι θεωρίες περί μαλακίας της κτητικότητος και σέα μέα, αλλά εγώ γλυκιά μου την μυρωδιά του αντρός μου δεν μπορώ να την μοιραστώ με καμία τελικά, όσο κι αν θα ήθελα κάποιες φορές να πουλήσω μια πιο κουλ και καλά εικόνα του εαυτού μου. Ήμουν ίσως Σικελιανή, παράφορα ζηλιάρα στην προηγούμενη ζωή μου και το πληρώνω καρμικά ακόμη. Είμαι κατά βάθος ωστόσο όπως όλοι, απλώς ένα πρωτόζωο και τη μυρωδιά του θα μπορούσα, πίστεψέ με, να την αναγνωρίσω ανάμεσα σε χιλιάδες άλλες. Κι ας του λέω καμιά φορά οτι μπορεί να κάνει ότι σκατά θέλει, αν τελικά το κάνει, θα ορμήξω πάνω του σπάζοντας οτι βρω μπροστά μου για να του βγάλω την πέτσα πριν φύγω».

Την ώρα που έβαζα το κράνος πριν ανέβω στη βέσπα και φύγω με ρώτησε αν μ’ αγαπάει.
Κούνησα το κεφάλι καταφατικά, έντονα.

«Πώς το ξέρεις με σιγουριά;»

«Είτε το πιστεύεις, είτε όχι, μου το έδειξε ένας βάτραχος με κορώνα στο κεφάλι».
Έδειξε να μην καταλαβαίνει με χαμόγελο λολιτίστικο.
«Απλά το ξέρω».

Friday, August 05, 2005

ooops i felt it again


-kalimera ksanthula:)
-kalimera...sas gnorizo monsieur?
-se vlepo sixna edo stin paralia...den exume gnoristi. ime o Albert..
-ego ime i Cindy...den sas exo ksanadi..monos sas erxeste edo? ine erimia..
-panta monos...m aresei na kano gimnos mpanio noris to proi..esi?
-ki ego...tha erthete mazi mu? edo pio pano piso apo ton ammolofo exi mia ekpliktiki paralia.
-pu? dikse mu!
-na, edo pio pano...aax! albert!mi! mpori na mas vlepi kapios!
-there is nobody around baby...mono esi ki ego...ki o ammolofos...skipse..
-ohhh! albert!aaahhhhh albert!...oh my god..albert....iste poniros!
-...s aresei?
-ohh albert...poly...poly....oh yes indeed poly...
Posted by Picasa

Site Information ++

Best viewed: Mozilla Firefox. COmpatible with: Netscape, IE5+, Firefox.
No Javascript.