Sunday, February 12, 2006

ενίοτε δεν αιωρούνται έξω μόνο οι νιφάδες


Οι Κυριακές εμπεριείχαν πάντα μια γλυκιά τεμπελιά, μια ακίνδυνη αίσθηση συνειδητοποιημένης καναπεδονιρβάνας, της οποίας αναπόσπαστο μέρος αποτελεί πλέον, η αγορά της απαραίτητης τετράκιλης εφημερίδας με τα εικοσιπέντε ένθετα τεύχη και τα έξτρα ντιβιντί, που ωστόσο λίγα σου αφήνουν.
Κάθε Κυριακή ίδια κι απαράλλαχτη με την προηγούμενη και την επόμενη. Εγκλωβισμένη σε έναν στρόβιλο πανομοιότυπο με εκείνον του Μπιλ Μάρευ στη «Μέρα της Μαρμότας». Κανάτα καφέ γεμάτη, τασάκι τίγκα στα αποτσίγαρα, ραδιόφωνο και χουζούρι, σπαρίλα μέγιστη. Μη απομνημονεύσιμη. Δίχως φόρμα.

Το να δώσεις άλλωστε φόρμα σε μια διάρκεια είναι απαίτηση της ομορφιάς, όσο και της μνήμης. Διότι το άμορφο είναι ασύλληπτο και ως εκ τούτου μη απομνημεύσιμο.

Κι εκεί που επαναπαύεσαι στην ανικανότητα εξέλιξης, στην απουσία του διαφορετικού, στην αφάνεια και ρευστότητα του μη απομνημονεύσιμου γίγνεσθαι, έρχεται ένας άνθρωπος, ένα συμβάν, πέντε λέξεις διαφορετικές και πλάθεται μια ολόκληρη μέρα ανάποδα, μονοκοντυλιά.
Αυτό είναι. Συνειδητοποιείς ότι υπάρχουν ακόμη άνθρωποι ικανοί να σε εκπλήξουν, να σου διδάξουν τη μαγεία του απρόοπτου, του μη προβλέψιμου, την ομορφιά μέσα στην αρχέγονη απλότητα της σκέψης που εκ πρώτης φαντάζει πολύπλοκη.

Δημουλά και «Οι λέξεις φταίνε. Αυτές ενθάρρυναν τα πράγματα σιγά σιγά ν'αρχίσουν να συμβαίνουν». Λέξεις «ζηλότυπες», «θεάρεστες», απο το στόμα ενός μικρού ? μεγάλου λιονταριού, που μοιάζει πολύ με εκείνο της αναφοράς στον Αγαμέμνονα του Αισχύλου.

Κυριακή λοιπόν, πέντε του Φλεβάρη και το χιονόνερο πέφτει πυκνό σε ολόκληρη τη Μακεδονία. Με «πετυχαίνει» στην είσοδο της Δημοτικής Βιβλιοθήκης της Βέροιας. Έχω έρθει για την παρουσίαση του τελευταίου βιβλίου του Κώστα Ζουράρι, το «Νυν αιωρούμαι», στα πλαίσια πάντα των εκδηλώσεων του Δήμου.

Αιωρούμαι κι εγώ, μεταξύ ύπνου και ξύπνιου, με το ζόρι κρατάω ανοιχτά τα μάτια μου απο το ξενύχτι της προηγουμένης. Αντιλαμβάνομαι ωστόσο γρήγορα τον αριθμό των παρευρισκομένων και τον εκπληκτικό ενθουσιασμό τους, για τον άνθρωπο που έχουν έρθει να ακούσουν, τον άνθρωπο - Έγκλημα (υπό μια ντεμιανική έννοια).

Επίκεντρο γίνεται γρήγορα το «Συναμφότερον» ως έννοια. Έννοια ενέσιμης καφείνης μετρημένης σε μεγατόννους. Με δικό του κόπιραιτ.

Δεν πρόκειται για τίποτε άλλο απο αυτό δηλαδή που ήδη απο τα γεννοφάσκια μας έχουμε μέσα μας και είμαστε όλοι τρόπων τινά εφευρέτες του, ο καταγωγικός μας μύθος, όπως αυτός παρουσιάζεται μέσα απο τον λόγο του Αχιλλέως στην Ιλιάδα. Το σακί με το γιν και το γιαν ενωμένα, άσπρο και μαύρο, η ύπαρξις του καλού μέσα στο κακό, αντίθετα της παιδιάστικης θεωρίας του μονοφυσιτισμού, του απόλυτα καθαρού.
Ακούς και παρασύρεσαι στο τσουνάμι των λέξεων. Es muss sein. Δε μπορείς να κάνεις αλλιώς.

«Το παράδειγμα έρχεται αυτόματα μέσα απο την πλαγιολίσθηση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Το αμοιβαίως αποδεκτό όνομα που επιθυμούν οι πολιτικοί να υπάρξει ανάμεσα στα Σκόπια και την Ελλάδα. Η αίσθηση του να είσαι δηλαδή και κερατωμένος και ευχαριστημένος. Αυτό είναι το Συναμφότερον».

Δεν είμαστε δραματικός λαός, αλλά παιχνιδιάρικα ιλαροτραγικός, σκοτεινός και πολύπλοκος, μέσα σε μια μαγική απλότητα «πεποικιλμένα σύνθετος», αντίθετος εκ φύσεως των συμπαντικών στεγανών, εύκαμπτος όπως το σώμα της Συλβί Γκιγέμ. Ιδιόμορφος και μοναδικός, όπως και το ακροατήριο μέσα στη Δημοτική Βιβλιοθήκη. Πολίτες κάθε ηλικίας, εκπρόσωποι κάθε χώρου ακούν με προσοχή που όμοιά της δε θα συναντήσει καθηγητής Γυμνασίου προς μεγάλη του λύπη ?αλίμονο- πουθενά. Μαγνητισμένοι όλοι. Άχνα.


Σιγά σιγά αντιλαμβάνεσαι λοιπόν, μικρό ξανθό κι ανόητο κορίτσι κι εσύ, την ύψιστη σημασία της θουκυδίδειας ανάγνωσης της ιστορίας, όπως αυτή διαφαίνεται μέσα απο το «Νυν αιωρούμαι». Ο Θουκυδίδης ως πολιτειολόγος, ή πολιτικός φιλόσοφος εμπεριέχει τον μεγαλοφυή αν και ιδιόρρυθμο ιστορικό, μα πάει πέντε βήματα βαθύτερα. Όπως και ο Ζουράρις ως μετέπειτα αναλυτής του, βγάζει τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό του λόγο, μέσα απο τις δικές του δυο τσέπες (όπως άλλοτε ο Μακρυγιάννης την αλήθεια και το ψέμα) ταυτόχρονα ένα εξαιρετικής εξυπνάδας και πονηριάς παιδί, όμως και τον -άδικα ίσως- δίκαιο πατέρα του. Ηρακλείτεια πτυχή πραγμάτων, να θυμώνεις και να χαμογελάς μαζί.

Φυσικά ακολούθησε η απαραίτητη συζήτηση μεταξύ των παρευρισκομένων κατόπιν παράκλησής τους, μεταξύ άλλων για τα -παράλογα μεν, προβλέψιμα δε ? αιτήματα των Σκοπιανών και την περίφημη και ντεμέκ πολλά υποσχόμενη «κοινώς αποδεκτή» ονομασία τους. Και η συζήτηση δεν ήταν παραγέμισμα χρόνου, αλλά τον οργάνωνε εκείνη.
Το μήνυμα στο ζουμί του ήταν σαφές, το επιβεβαίωσε το χειροκρότημα. Εϊμαστε Έλληνες και ως Έλληνες πολίτες οφείλουμε στον εαυτό και την πατρίδα μας να διεκδικούμε όλοι μαζί ? αφού η ισχύς έρχεται μέσα απο το κράμα- τα πάντα, αλλά να μην παραχωρούμε τίποτα.

Εν έτει 2006 και μέσα σε ένα χάος ρευστής αντιλογίας που μέσα στην καινότητα του λόγου της δεν καταφέρνει να σου αφήσει τίποτα, φαίνεται πως ο Θουκυδίδης βρίσκει επιτέλους μεγαλύτερο αντίκτυπο απο ποτέ. Άκρως απομνημονεύσιμος, απο ένστικτο ή απο ανάγκη.

Και εκεί που τα μικρόφωνα ξαφνικά έκλεισαν, πίστεψα πως όλοι θα φύγουν τρέχοντας σαν το Βέγγο για να προλάβουν να φτάσουν στα σπίτια τους έγκαιρα, πριν σκάσει μύτη η πολυδιαφημισμένη απο τα ΜΜΕ εποχή των παγετώνων νούμερο δύο. Είναι και που ο βαθμός της ταχύτητας είναι ευθέως ανάλογος με την ένταση της λήθης. Κι εμείς έχουμε μάθει να θέλουμε να ξεχνάμε.


Διαψεύστηκα όμως πανηγυρικά. «Δάσκαλε μια αφιέρωση». Και ουρά γύρω απο τον ομιλητή οι παρευρισκόμενοι κρατώντας απο ένα αντίτυπο του βιβλίου.

Όταν πια έφτασα σπίτι έβαλα να πιω ένα ποτηράκι κρασί Ναούσσης στο χρώμα του ρουμπινιού.
«Δάσκαλε», λοιπόν.

Και θυμήθηκα αχνά τα λόγια του παππού Μενέλαου κάπου μέσα απο το βάθος του χρόνου.
Η φιλία, όπως και η εκτίμηση αλλά και ο σεβασμός, είναι παράσημα που σου δίνονται μετά απο αγώνα. Μόνο να τα κερδίσεις μπορείς, ποτέ να τα απαιτήσεις με το έτσι θέλω και να τα πάρεις. Σε μια χώρα που καλώς ή κακώς είσαι ότι εσύ λες οτι είσαι και τίποτα λιγότερο, οι φίλοι που αποκτάς με κόπο, φέρουν τελικά τη σκιά των λόγων σου.

4 Comments:

τις τελευταίες 5 γραμμές τις διάβασα σαν χάνος καμιά δεκαριά φορες, έτσι τη καταλάβαινα κ εγώ τη φιλία αλλά ποτέ δεν είχα προσπαθήσει να το διατυπώσω/εκφράσω με λέξεις, με κάλυψες.
commented by Blogger Blogarismenh, 2:00 pm  
Mη σε ματιάξω, πάλι στα καλά σου είσαι...
commented by Blogger dystropoppygus, 2:38 am  
dystropeeeeeeeeeee!!!

smouats!!!
commented by Blogger discolata, 7:54 pm  
Με συγκίνησες. (πάλι)
Καλή Σαρακοστή.
commented by Blogger Mirandolina, 12:24 pm  

Add a comment

Site Information ++

Best viewed: Mozilla Firefox. COmpatible with: Netscape, IE5+, Firefox.
No Javascript.